Βικάτος Σπύρος (1878 Αργοστόλι Κεφαλλονιάς - 1960 Αθήνα) Με υποτροφία του μητροπολίτη Αθηνών Γερμανού Καλλιγά σπούδασε στο Σχολείον των Τεχνών (1896-1900) ζωγραφική με τον Νικηφόρο Λύτρα και τον Σπυρίδωνα Προσαλέντη και γλυπτική με τον Γεώργιο Βρούτο. Ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Μόναχο (1900-1905/1906) κοντά στον Νικόλαο Γύζη και τον Ludwig von Lofftz, με υποτροφία της Μονής Πετράκη και της Ε. Βαλλιάνου. Το 1909 διορίστηκε καθηγητής της Σκιαγραφίας στη Σχολή Καλών Τεχνών, όπου δίδαξε ως το 1939.
Ξεκινώντας νωρίς την εκθεσιακή του δραστηριότητα, παρουσίασε το έργο του σε ατομικές, ομαδικές και διεθνείς εκθέσεις, ανάμεσα στις οποίες ξεχωρίζουν οι συμμετοχές στο Glaspalast το 1905, στις διεθνείς του Μπορντώ το 1907 (χρυσό μετάλλιο), της Ρώμης το 1911 και του Παρισιού το 1937 και στις Μπιενάλε της Βενετίας το 1934 και το 1936. Το 1937 τιμήθηκε με το Εθνικόν Αριστείον Γραμμάτων και Τεχνών, ενώ το 1951 η Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου τον εξέλεξε επίτιμο μέλος της. Ο ίδιος με τη διαθήκη του καθιέρωσε τη "Βικάτειο υποτροφία" για τους σπουδαστές της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας και της Ακαδημίας του Μονάχου αντίστοιχα. Παραμένοντας πιστός στα διδάγματα της γερμανικής ακαδημαϊκής παράδοσης, ζωγράφισε κατά κύριο λόγο προσωπογραφίες. Σε πιο περιορισμένη κλίμακα ασχολήθηκε με ιστορικές και θρησκευτικές συνθέσεις, νεκρές φύσεις, τοπία και σκηνές της καθημερινής ζωής. Ιδιαίτερη θέση στο έργο του κατέχουν οι γεροντικές μορφές, τις οποίες απέδωσε μεμονωμένα ή στο πλαίσιο ευρύτερων συνθέσεων, με έντονη ψυχογραφική διάθεση.
Επηρεασμένος από τη μαθητεία του στο Μόναχο, αποδίδει με άνεση τα φυσιογνωμικά χαρακτηριστικά του εικονιζόμενου προσώπου. Ωστόσο στις λεπτομέρειες υιοθετεί τα πρότυπα των γαλλικών μεταϊμπρεσιονιστικών ρευμάτων.