Ο Κρατσάιζεν ήταν Γερμανός αξιωματικός του στρατού, εικονογράφος και φιλέλληνας που πολέμησε σαν εθελοντής κατά την Ελληνική Επανάσταση και φιλοτέχνησε πορτραίτα μεγάλων μορφών του Αγώνα, όπως οι Θεόδωρος Κολοκοτρώνης, Γεώργιος Καραϊσκάκης και άλλοι. Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Ελλάδα ο Κράτσαϊζεν, αυτοδίδακτος ζωγράφος και σχεδιαστής, φιλοτέχνησε αρκετά τοπία και πορτρέτα, τα περισσότερα με μολύβι και χαρτί. Χαρακτηριστικά τοπία είναι αυτά του Ναυπλίου και της Ακρόπολης, καθώς και του πρώτου ελληνικού ατμόπλοιου, του Καρτερία, στον κατάπλου του οποίου στον Πόρο ο Κράτσαϊζεν ήταν παρών. Το πιο σημαντικό μέρος του έργου του όμως αποτελούν δεκαεννιά πορτέτα μορφών της επανάστασης, φιλοτεχνημένα είτε στα στρατόπεδα από τα οποία πέρασε ή στην Γ' Εθνοσυνέλευση, στην οποία ήταν παρών. Το ημιτελές πορτρέτο του Γ. Καραϊσκάκη είναι φιλοτεχνημένο λίγο πριν το θάνατό του. Το σύνολο του έργου του είναι 91 πίνακες, από τα οποία 21 είναι υδατογραφίες τοπίων και τα υπόλοιπα 70 σχέδια με μολύβι προσώπων, μνημείων και πολεμικές συνθέσεις.
Επιστρέφοντας στη Γερμανία ο Κράτσαϊζεν λιθογράφησε τα σχέδιά του και τα κυκλοφόρησε, από το 1827 έως το 1831, σε επτά λευκώματα με το γενικό τίτλο Bildnisse ausgezeichneter Griechen und Philhellenen nebst einigen Ansichten und Trachten. Nach der Natur gezeichnet und herausgegeben von Karl Krazeisen (Προσωπογραφίες των διασημοτέρων Ελλήνων και Φιλελλήνων, μαζί με μερικές απόψεις και ενδυμασίες σχεδιασμένες εκ του φυσικού και δημοσιευμένες από τον Καρλ Κράτσαϊζεν). Το καθένα από αυτά περιείχε 3-4 προρτρέτα και ένα ή δυο ελληνικά τοπία. Τα λευκώματα έγιναν πολύ δημοφιλή την εποχή εκείνη, εν είδει πολεμικής ανταπόκρισης, και παρά το λιτό και σχετικά απλοϊκό τους χαρακτήρα αποτέλεσαν βάση για πολλά πορτρέτα των επαναστατών που εμφανίστηκαν αργότερα. Στο σχέδιο του Κράτσαϊζεν, που πέθανε το 1878 στο Μόναχο, βασίστηκε η μορφή του Κολοκοτρώνη που εμφανιζόταν στο πεντοχίλιαρο του 1984. Οι λιθογραφίες του Κράτσαϊζεν κληροδοτήθηκαν μετά το θάνατό του στην κόρη του Μαρία, που με τη σειρά της τα άφησε στον άντρα της, τον ρωσικής καταγωγής καθηγητή Ιών Φετώφ. Αυτός σε προχωρημένη ηλικία αποφάσισε, μετά και από παλιότερη προτροπή του Νικολάου Γύζη, την εποχή που ο Γύζης βρισκόταν στο Μόναχο όπως και ο Φετώφ, αντί να τα κληροδοτήσει στους απογόνους του, να τα διαθέσει στο ελληνικό δημόσιο. Έτσι τα έδωσε προς εκτίμηση σε έναν έλληνα ονόματι Αντύπα, ενώ κατέθεσε και σχετική επιστολή στο ελληνικό Προξενείο στο Γαλάτιο της Ρουμανίας. Ο Αντύπας ήρθε σε διαπραγμάτευση με τον τότε διευθυντή της Εθνικής Πινακοθήκης Ζαχαρία Παπαντωνίου, και έτσι τα λιθογραφήματα του Κράτσαϊζεν πουλήθηκαν στην Πινακοθήκη το 1926 αντί 200.00 δραχμών, μαζί με προσωπικά του αντικείμενα, μια φωτογραφία του και ένα σελάχι του Πλαπούτα. Οι λιθογραφίες του βρίσκονται σήμερα στην Αίθουσα Ελευθερίου Βενιζέλου του Εθνικού Ιστορικού Μουσείου στην Αθήνα.