Αποφοίτησε από το Ελληνογαλλικό Λύκειο της Αλεξάνδρειας, όπου είχε μεταναστεύσει η οικογένειά του. Το 1915 ενεγράφη στο τρίτο έτος της Σχολής Καλών Τεχνών της Αθήνας και παρακολούθησε μαθήματα έως το 1917, κοντά στο Δημήτριο Γερανιώτη και το Γεώργιο Ιακωβίδη. Περιηγήθηκε την Ευρώπη και έως το 1926 διέμεινε στο Παρίσι. Εκεί συναναστράφηκε καλλιτέχνες όπως ο Picasso και ο Derain, και σπούδασε πιθανόν σε ελεύθερες ακαδημίες. Επέστρεψε στην Ελλάδα, πήρε το πτυχίο του από τη Σχολή Καλών Τεχνών και ταυτόχρονα τριετή υποτροφία του Κληροδοτήματος Βόλτου για το Παρίσι, όπου εγκαταστάθηκε έως το 1930. Σπούδασε φιλοσοφία και ψυχολογία στη Σορβόννη και τοιχογραφία και αρχιτεκτονική εσωτερικών χώρων στη Σχολή Καλών Τεχνών. Στο Παρίσι, όπου είχε δικό του ατελιέ, γνώρισε και τον ιδιοκτήτη γκαλερί Μανόλη Σεγρεδάκη, ο οποίος έγινε ο κύριος υποστηρικτής του έργου του. Το 1931, έχοντας ήδη εγκατασταθεί στην Ελλάδα, παρουσίασε την πρώτη του ατομική έκθεση, που δίχασε την κριτική. Σε απάντηση αρνητικού άρθρου του Ζαχαρία Παπαντωνίου, δέκα επτά διανοούμενοι και κριτικοί υποστήριξαν την έκθεση. Τα "18 κριτικά άρθρα γύρω από μια έκθεση", με υπογραφές, μεταξύ άλλων, των Φώτου Πολίτη, Σπύρου Μελά, Δημήτρη Πικιώνη, Στρατή Δούκα, Χρήστου Καρούζου, θεωρούνται το μανιφέστο του εικαστικού μοντερνισμού στην Ελλάδα. Το 1932 συνεργάστηκε με τον Πικιώνη για τα σκηνικά παραστάσεων στο θέατρο "Κεντρικόν" της Αθήνας και από το Μάιο του 1935 εργάστηκε με το Φώτη Κόντογλου στις αναστυλώσεις του Μυστρά. Το 1935 εγκαταστάθηκε στις Ηνωμένες Πολιτείες και πραγματοποίησε ατομική έκθεση στη Νέα Υόρκη. Από το 1937 συνεργάστηκε με μεγάλες αμερικανικές εταιρείες παραγωγής κινηματογραφικών ταινιών για το σχεδιασμό εντύπων και αφισών. Παράλληλα ταξίδεψε στην αμερικανική ήπειρο με το όνομα George de Steris. Το 1939 τέσσερις μεγάλες τοιχογραφίες του με θέμα την ιστορία της Ελλάδας κόσμησαν το ελληνικό περίπτερο στη Διεθνή Έκθεση της Νέας Υόρκης. Το 1949 πολιτογραφήθηκε Αμερικανός με το όνομα Guelfo Ammon d' Este. Μεταξύ των ετών 1950 και 1965 παρέδωσε μαθήματα ζωγραφικής και εικονογράφησε τον καθεδρικό ναό της Νέας Υόρκης και την εκκλησία της Αγίας Τριάδας στο Lowen της Μασαχουσέτης. Από το 1965 έως το 1975 δίδαξε στο Traphagen School. Την πενταετία 1980 - 1985 εγκαταστάθηκε με τη γυναίκα του Anna Vassalo Savino στη Νίκαια της Γαλλίας. Το 1985 επέστρεψε στη Νέα Υόρκη. Το 1988 η σύζυγός του μετέφερε την τέφρα του στην ιδιαίτερη πατρίδα του.
Αν και τα ίχνη του είχαν χαθεί για την Ελλάδα από τις αρχές της δεκαετίας του 1950, πραγματοποιήθηκαν εκθέσεις έργων του ("Νέες Μορφές" 1969, Μακεδονική Καλλιτεχνική Εταιρεία "Τέχνη" 1970, "Τρίτο Μάτι" 1978). Παρουσιάσεις του έργου του οργανώθηκαν επίσης στη Γλυπτοθήκη του Μονάχου (1980) και στην Εθνική Πινακοθήκη (1982). Το 1991 η Δημοτική Πινακοθήκη Θεσσαλονίκης οργάνωσε τιμητική - αναδρομική έκθεση, η οποία μεταφέρθηκε και στην Αθήνα, στο Μέγαρο Μελά (1992).
Θεωρείται πρόδρομος του ελληνικού Μοντερνισμού. Η θεματική και πλαστική ελευθερία της ζωγραφικής του, οι συμβολικές προεκτάσεις και οι αναφορές του στη μεταφυσική τέχνη δημιούργησαν τομή στην εικαστική πραγματικότητα της Ελλάδας του Μεσοπολέμου. Από την αφαιρετική φόρμα των πρώτων του δημιουργιών οδηγήθηκε σε μια ρεαλιστικότερη γραφή με διακοσμητική διάθεση στα έργα που φιλοτέχνησε στην Αμερική.