Κεφάλι Σατύρου
Work Artirst Modal
Κεφάλι Σατύρου
Χαλεπάς Γιαννούλης (1851 Πύργος Τήνου - 1938 Αθήνα)
Η οικογένειά του είχε παράδοση στην επεξεργασία του μαρμάρου, αφού τόσο ο θείος του όσο και ο πατέρας του, Ιωάννης Χαλεπάς, διακοσμούσαν εκκλησίες και κατασκεύαζαν μνημεία για νεκροταφεία. Το ταλέντο του Γιαννούλη εκδηλώθηκε από πολύ νωρίς, ο πατέρας του όμως, μόλις τελείωσε το δημοτικό, τον έστειλε στη Σύρο, για να εργαστεί σαν υπάλληλος σε εμπορικό. Μετά από έντονες διενέξεις η οικογένειά του μετακόμισε το 1869 στην Αθήνα. Ο Γιαννούλης γράφτηκε στο Σχολείον των Τεχνών και σπούδασε κοντά στον κατεξοχήν κλασικιστή γλύπτη Λεωνίδα Δρόση ως το 1872. Το ξεχωριστό του ταλέντο του επέτρεψε να τελειώσει τη Σχολή στο μισό από τον απαιτούμενο χρόνο, ενώ στους διαγωνισμούς κέρδιζε όλα τα βραβεία. Το 1873, με υποτροφία του Ιερού Ιδρύματος Ευαγγελιστρίας της Τήνου, πήγε στο Μόναχο και συνέχισε τις σπουδές του στην Ακαδημία Καλών Τεχνών κοντά στον Μαξ φον Βίντνμαν. Οι διακρίσεις και τα βραβεία συνεχίστηκαν και η σταδιοδρομία του προοιωνιζόταν λαμπρή. Το 1875 όμως, για άγνωστους λόγους και παρά τις προσπάθειες και τα διαβήματα των καθηγητών του, η υποτροφία διακόπηκε. Για ένα διάστημα κατόρθωσε να παραμείνει στο Μόναχο με τη βοήθεια του φίλου του, μετέπειτα ιστορικού Γ. Κωνσταντινίδη. Το 1876 αναγκάστηκε να επιστρέψει οριστικά στην Αθήνα, όπου άνοιξε δικό του εργαστήριο. Την περίοδο αυτή φιλοτέχνησε δύο από τα σημαντικότερα έργα της πρώτης φάσης της καλλιτεχνικής του δημιουργίας: το "Σάτυρο που παίζει με τον έρωτα" (1877), για το πρόπλασμα του οποίου είχε τιμηθεί με χρυσό μετάλλιο σε έκθεση του Μονάχου το 1875, και την "Κοιμωμένη" (1878) στον τάφο της Σοφίας Αφεντάκη, στο Α΄ Νεκροταφείο της Αθήνας. Τα έργα αυτά, όπως και τα άλλα της ίδιας περιόδου, χαρακτηρίζονται από τη ρεαλιστική απόδοση και την εξαιρετική χρησιμοποίηση των διδαγμάτων του κλασικισμού.
Το 1878 εκδηλώθηκαν τα πρώτα συμπτώματα ψυχικής ασθένειας. Η ασθένεια αυτή, κληρονομική σύμφωνα με ορισμένους ερευνητές, είτε οφείλεται σε κάποια ερωτική απογοήτευση είτε αποτέλεσε εκδήλωση του εξαιρετικά ευαίσθητου ψυχισμού του, τον οδήγησε στη διακοπή της εργασίας του για σαράντα ολόκληρα χρόνια και στον εγκλεισμό του στο Ψυχιατρείο της Κέρκυρας το 1888, ως "πάσχοντα από άνοιαν". Το 1902, μετά το θάνατο του πατέρα του, η μητέρα του, που ήταν πάντα αντίθετη στον εγκλεισμό του, τον πήρε από το Ψυχιατρείο και τον έφερε πίσω στην Τήνο. Δεν είναι γνωστό αν κατά τη διάρκεια της μακρόχρονης αυτής περιόδου εξακολούθησε, έστω και υποτυπωδώς, να εργάζεται. Ένα μικροσκοπικό κεφάλι ανδρικής μορφής από πηλό, που το έκανε στο Ψυχιατρείο και είναι το μοναδικό που σώζεται, αποδεικνύει ότι δεν είχε χάσει τη δημιουργική του διάθεση. Η μορφή αυτή, δουλεμένη εντελώς λιτά, με το πρόσωπο ακατέργαστο και εν μέρει παραμορφωμένο, θα μπορούσε ίσως να χαρακτηριστεί μια τραγική αυτοπροσωπογραφία του.
Ο Γιαννούλης Χαλεπάς ήταν ένας καλλιτέχνης προικισμένος με ξεχωριστό ταλέντο. Η ζωή και η καλλιτεχνική του πορεία όμως σημαδεύτηκαν από την εκδήλωση ψυχικής ασθένειας, που οδήγησε στον εγκλεισμό του στο ψυχιατρείο της Κέρκυρας και στη διακοπή της εργασίας του για 40 ολόκληρα χρόνια. Τα πρώτα συμπτώματα αποκλίνουσας συμπεριφοράς εκδηλώθηκαν το 1878, οπότε έκλεισε και η πρώτη περίοδος της καλλιτεχνικής του δημιουργίας.
Το "Κεφάλι Σατύρου" είναι από τα τελευταία έργα της πρώτης περιόδου της δημιουργίας του. Μια μορφή ρεαλιστική, εξαιρετική σε πλάσιμο, αποτυπώνει ένα σχεδόν ψυχογραφικό ατομικό πορτραίτο ενός ώριμου άνδρα. Το ολοζώντανο, διαπεραστικό του βλέμμα και το μυστηριώδες χαμόγελο δίνουν τον τόνο στη μορφή. Το χαμόγελο μοιάζει άλλοτε σαρκαστικό ή δαιμονικό και άλλοτε μελαγχολικό, ανάλογα με την πλευρά που το κοιτάζει κανείς. Προκαλούσε μάλιστα μεγάλη ψυχική αναστάτωση στον Χαλεπά, που είχε προσπαθήσει να καταστρέψει το έργο γρατσουνίζοντάς το και πετώντας του πηλό.