Άβλιχος Γεώργιος (1842 Ληξούρι Κεφαλλονιάς - 1909 Αργοστόλι Κεφαλλονιάς) Fanciulla
Άβλιχος Γεώργιος (1842 Ληξούρι Κεφαλλονιάς - 1909 Αργοστόλι Κεφαλλονιάς) Παρακολούθησε μαθήματα ζωγραφικής σε σπουδαστήριο ελευθέρων τεχνών στη Νεάπολη της Ιταλίας, ενώ πραγματοποίησε και σπουδές νομικής. Ταξίδεψε στη Γερμανία και συνέχισε τις καλλιτεχνικές του σπουδές. Μετά την επιστροφή στη γενέτειρά του την Κεφαλλονιά εργάστηκε ως βιβλιοθηκάριος στη Βιβλιοθήκη Αργοστολίου, ενώ παράλληλα παρέδιδε μαθήματα ζωγραφικής. Ήταν επίσης λογοτέχνης, ποιητής και μουσικός. Συνέγραψε στη δημοτική το έμμετρο θεατρικό δράμα "Η Καταστροφή των Ψαρών", που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Αργοστόλι λίγο μετά τη δημοσίευσή του το 1883, ενώ ασχολήθηκε και με τη μελοποίηση ποιημάτων. Το 1885 εξέθεσε στον "Παρνασσό" τρεις προσωπογραφίες και το 1888 έλαβε μέρος στην Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση του Ζαππείου. Τα τελευταία χρόνια της ζωής του υπήρξαν εξαιρετικά δύσκολα λόγω προβλημάτων υγείας και της δεινής οικονομικής του κατάστασης. Εκπρόσωπος της επτανησιακής τέχνης του 19ου αιώνα, ασχολήθηκε κατά κύριο λόγο με την προσωπογραφία αλλά και με την ηθογραφία και τη νεκρή φύση. Έχοντας ως αφετηρία την ιταλική ακαδημαϊκή παράδοση, καλλιέργησε στο έργο του μια ποιητική ατμόσφαιρα, που συχνά υπερβαίνει την οικεία καθημερινότητα. Στα πορτρέτα του απομακρύνθηκε από τον καθιερωμένο τύπο της προσωπογραφίας του πρώτου μισού του 19ου αιώνα, με την αυστηρότητα της στάσης, τους σκοτεινούς τόνους και την τυποποιημένη σύνθεση, επιλέγοντας, στα πιο χαρακτηριστικά του έργα, ευαίσθητα, αρμονικά χρώματα και δίδοντας έμφαση στο ρεαλισμό της απόδοσης.
Avlichos Georgios, abitante di Cefalonia il creatore di questo capolavoro, poeta, musicista e pittore con studi in Italia si allontana dalla tradizione dell’accademismo dell’epoca. Nelle sue opere c’è un’atmosfera di poesia e stravaganza, una dimensione quasi metafisica, la quale preanunzia De Chirico e il pittore moderno Baltis. Un’altra caratteristica che distingue Avlichos dai pittori della sua epoca è il fatto che evita il marrone che usano i pittori accademici e preferisce colori puri e luminosi.